https://www.allwinestories.com
Μέρες Νεμέας 2014. Η πρόταση για οινική Κυριακή βρίσκει άμεση ανταπόκριση. Στη διαδρομή από την Αθήνα αρχίζει η ξενάγηση. Απέραντοι αμπελώνες, αρχαία μνημεία, οινική παράδοση, κάνουν αυτή την αμπελουργική ζώνη, την ιδανική διαδρομή για να ανακαλύψουμε τη χαρισματική ποικιλία του Αγιωργίτικου. Στη μεγαλύτερη ζώνη παραγωγής ερυθρών οίνων της Ελλάδας βρίσκεται το οινοποιείο του κτήματος Λαντίδη. Ο Πανίκος Λαντίδης μας εξιστορεί:
Θυμάμαι μικρός τον παππού μου, στη Μόρφου, στην κατεχόμενη τώρα πια Κύπρο, που γύριζε από τα περιβόλια. Ξεπέζευε φέρνοντας διάφορα λαχανικά. Καθόταν στο τραπέζι, για να φάει και να ξεκουραστεί, πίνοντας ένα μαύρο ξηρό κρασί, το οποίο είχα φέρει εγώ από τον μπακάλη της γειτονιάς. Γέμιζε ένα νεροπότηρο, σηκωνόταν όρθιος και το έπινε όλο μονορούφι. Αυτή ήταν η σχέση μου με το κρασί στα παιδικά μου χρόνια.
Βρέθηκα για σπουδές στην Αγγλία, μετά στη Γαλλία, όπου σπούδασα χημικός στο Μονπελιέ. Ήταν μια πολύ δύσκολη περίοδος για μένα, γιατί σπούδαζα και δούλευα ταυτόχρονα. Έχοντας δει ότι υπάρχει ζήτηση στην ειδικότητα του οινολόγου, στράφηκα σε αυτήν. Σημειώστε επίσης πως η πρώτη σχολή οινολογίας ιδρύθηκε στο Μπορντώ το 1956 και εγώ βρισκόμουν στο Μονπελιέ το ΄70. Το 1974 ξεκίνησα ένα διδακτορικό στο Μπορντό και έναν τρίτο κύκλο σπουδών. Έγινε η εισβολή στην Κύπρο και οι δικοί μου ως πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στο νότιο τμήμα της. Αποφάσισα τότε να γυρίσω στην Ελλάδα και εργάστηκα στην εταιρία Cellar, που τότε είχαν ανάγκη από οινολόγους. Πριν από μένα στην εταιρία υπήρχαν 2 χημικοί που ασχολούνταν στην παραγωγή. Εκείνη την εποχή χύμα κρασί διέθετε μόνο η Αττική, αλλά υπήρχαν οι προϋποθέσεις να παραχθεί ποιοτικό καθώς υπήρχαν οι στίβες, τα βαρέλια τα οποία μπορούσαν να δώσουν καταπληκτικό κρασί. Αν μπορούσε να ξαναγεννηθεί αυτό το κρασί θα είχε σπάσει την αγορά. Αυτό το φρέσκο Σαββατιανό με 13% αλκοολικό βαθμό, με τη λάσπη του βαρελιού, που έδινε αρώματα, φρεσκάδα και διοξείδιο. Μιλάμε για σαμπάνιες. Το Σαββατιανό αναμφισβήτητα είναι μια εξαιρετική ποικιλία.
Μιλήστε μας τώρα για την εταιρεία Cellar.
Ήταν μία εταιρεία, η οποία είχε ανάγκη από οινολόγους κι εγώ όταν πήγα το ΄74 υπήρχε μεγάλη τουριστική πτώση, λόγω των πολιτικών γεγονότων. Ξεκινήσαμε φτιάχνοντας κρασιά εδώ στην Νεμέα. Πρώτα είχα κάνει μία έρευνα σε όλη την Ελλάδα, πηγαίνοντας ακόμη και στην Κρήτη, στη Ρόδο και στη Βόρειο Ελλάδα. Γνωστές οινοποιίες τότε ήταν μόνο ο Τσάνταλης, ο Μπουτάρης, αλλά και ο Συνεταιρισμός του Αμυνταίου. Στη ΓΕΝΚΑ (πρώην Cellar) αναπτυχθήκαμε και φτάσαμε το ένα εκατομμύριο μπουκάλια. Τα κρασιά τα οινοποιούσαμε στον Παπαϊωάννου, ο όποιος τότε ήταν αμπελουργός και έκανε κρασιά μέσα σε δεξαμενές που είχε ο πατέρας του. Ήταν έξυπνος άνθρωπος και μπορούσε να ακολουθήσει τις εισηγήσεις μας, για να φτιαχτεί ένα οινοποιείο με σωστές προδιαγραφές. Υπήρχανε κι άλλοι οινοποιοί στη Νεμέα, οι οποίοι συνεργάζονταν με τον Μπουτάρη, και τον Τσάνταλη, αλλά και με την Achaia Claus, με το όνομα Νεμέα. Στην Ελλάδα εκτός από την Νάουσα και τη Νεμέα δεν υπήρχε αλλού κόκκινο κρασί. Ο οινοποιός που έδωσε άλλο αέρα στο κρασί ήταν ο Χατζημιχάλης. Άντεξε τον ανταγωνισμό και τον πόλεμο των μεγάλων εταιρειών, γιατί διέθετε χρήματα, δεν εξαρτάτο από το κρασί, είχε αντιπροσωπείες και ένα όμιλο εταιρειών από πίσω του. Μάλιστα ο Χατζημιχάλης πούλησε και πιο ακριβά από τους ανταγωνιστές του και δημιουργήθηκε εντύπωση ότι κάτι πάει να αλλάξει δημιουργώντας μια υπεραξία στο κρασί. Ήταν τολμηρός επιχειρηματίας και όλοι του χρωστάμε μεγάλη ευγνωμοσύνη.
Στην ΓΕΝΚΑ έμεινα 13 χρόνια, έχοντας μοντάρει καλά το οινοποιείο του Παπαιωάννου με σύγχρονα μηχανήματα. Αρχικά η ΓΕΝΚΑ ήταν ποτοποιία. Φτιάχναμε διάφορα ποτά όπως βότκα, τζιν, βερμούτ. Κατά τη διάρκεια αυτής της συνεργασίας διαπίστωσα ότι το Αγιωργίτικο, η καλύτερη μέχρι τότε ελληνική ποικιλία, μπορούσε να δώσει και μεγάλα κρασιά παλαιώντας τα.
Πότε ξεκινάτε την δημιουργία του οινοποιείου.
Μετά το 1987 δημιούργησα μία εμπορική εταιρεία εισαγωγής και εμπορευόμουν βαρέλια μεταχειρισμένα και καινούργια. To 1988 φύτεψα 25 στρέμματα Chardonnay στην Καμάριζα Αναβύσου και το 1993 πήρα τους πρώτους καρπούς βγάζοντας το 1ο μονοποικιλιακό Chardonnay στην Ελλάδα. Στη συνέχεια το 1994 έβγαλα και μία ακόμη ετικέτα τη Νεμέα Λαντίδη και έτσι συμπληρώθηκε η «γκάμα» μου. Η δραστηριότητα εισαγωγής βαρελιών άρχισε να πέφτει, οπότε άρχισα να σκέφτομαι ότι πρέπει να δημιουργήσω ένα μικρό δικό μου οινοποιείο γύρω στο 2000, στην περιοχή που βρισκόμαστε τώρα, τον Ξερόκαμπο. Το πλεονέκτημα της περιοχής αυτής είναι ότι το νερό μπορεί να βρίσκεται σε μεγάλο βάθος, όμως υπάρχει στη μεγαλύτερη δυνατή ποσότητα από όλη την Νεμέα.
Τα αμπέλια μας για τα λευκά κρασιά βρίσκονται άλλα στην Aλέα και άλλα στην ορεινή Αργολίδα συνεργαζόμενοι με πιστοποιημένους καλλιεργητές. Τα κόκκινα κρασιά προέρχονται από τα αμπελοτόπια μας στο Κούτσι και στον Ασπρόκαμπο.
Ποια θεωρείτε μια καλή σας επαγγελματική στιγμή;
Νομίζω ότι καλύτερη επαγγελματική μου στιγμή είναι όταν ανέλαβε ο μεγάλος μου γιός ο Σίμος, τα ηνία της επιχείρησης. Έχω τρία παιδιά τον Ανδρέα το Σίμο και τη Μαρία. Πράγματι ήμουν μόνος στο οινοποιείο κι έπρεπε ταυτόχρονα να βγαίνω στην αγορά, να πουλάω το κρασί στην Αθήνα, έπρεπε να φροντίσω και την οικογένεια και να παρακολουθώ τις σπουδές των παιδιών μου. Σε ένα Οινόραμα ο γιός μου ο Σίμος και μου ζήτησε να έρχεται στο οινοποιείο για να με βοηθάει. Είδε το κοινό που ενδιαφερόταν ναι μεν για τα προϊόντα μας, αλλά είδε πως είμαστε και πίσω στον τομέα των πωλήσεων. Έτσι τον έστειλα σε έναν χονδρέμπορο, για να κάνει την πρακτική του πάνω στο εμπόριο του κρασιού, ενώ ταυτόχρονα σπούδαζε. Μόλις βγήκε στην αγορά διπλασιάσαμε τις πωλήσεις. Ακολούθησε και ο Αντρέας και η Μαρία, η οποία ασχολείται με το οικονομικό κομμάτι της εταιρείας. Έγινε μία οικογενειακή επιχείρηση. Πιστεύω πως οι μόνες επιχειρήσεις, οι οποίες μπορούν να επιβιώσουν μέσα στην κρίση, είναι οι οικογενειακές. Έτσι στηρίζεται μια επιχείρηση και πάνω σ’ αυτή χτίζεται και μεγαλώνει.
Μιλήστε μας για τη Μικρή Κιβωτό.
Η Μικρή Κιβωτός ήτανε ιδέα του Σίμου. Όπως η κιβωτός της Βίβλου περιέσωσε όλα τα ζώα, έτσι η μικρή Κιβωτός μας θέλουμε να διασώσει τα κρασιά που προέρχονται από τις τοπικές ποικιλίες. Γι’ αυτό και στα κρασιά αυτά δεν έχουμε προσμείξεις. Παλιότερα είχαμε κι άλλες ετικέτες, πριν ακόμη παρέμβει εικαστικά και ουσιαστικά ο Σίμος.
Ποιος είναι ο στόχος σας σαν οινοποιός;
Ο στόχος μου είναι να φτιάξω έναν τύπο κρασιού στην Νεμέα που θα έχει μέλλον. Κάτι που δεν υπάρχει τώρα. Ίσως ένα γλυκό κρασί, το οποίο πάντα ήθελα να ξεκινήσω, αλλά δεν το έκανα. Σήμερα είναι πιο εύκολο γιατί προσθέτουμε οινόπνευμα που ελέγχεται από το τελωνείο. Το κρασί θέλω να έχει μεγάλη προστιθέμενη αξία, κάτι ανάλογο με το Vin de Liquer, με χαρακτηριστικά του Port, που και εκείνο είναι Fortified wine. Αυτά τα κρασιά πράγματι έχουν αντοχές δεκαετιών και αξίζει τον κόπο να γίνει μια τέτοια προσπάθεια. Η διαδικασία δεν είναι εύκολη, θέλει παλαίωση, θέλει βαρέλια, Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στη Γαλλία κάθε Σεπτέμβρη πήγαινα σε ένα οινοποιείο για την εμπειρία, πχ. στο οινοποιείο Beaumes de Venise στην περιοχή της Cotes du Rhone το οποίο είχε ένα αντίστοιχο κρασί με το κρασί της Σάμου. Η εμπειρία πλέον είναι οδηγός για μένα, γιατί δοκιμάζοντας ένα κρασί μπορώ αμέσως να καταλάβω, αν έχει παλαίωση, από που προέρχεται. Όλα αυτά είναι εμπειρία αλλά και γνώση. Και τη γνώση πρέπει να την πάρεις νέος. Σήμερα υπάρχουν και οι σχολές της Οινολογίας που βγάζουν πολύ καλούς οινολόγους και δεν υστερούν σε τίποτα από το παρελθόν. Πιστεύω ότι θα μας ωφελήσει η αύξηση της παραγωγής και οι νέες άδειες φύτευσης, που έχουν σταματήσει από το 2015. Δεν ισχύει για εμένα αυτό που λένε να κάνουμε λίγα και να πουλάμε ακριβά. Αυτά είναι όνειρα θερινής νυκτός. Και να παρουσιάσω ένα κρασί, που να είναι εφάμιλλο του Chateau Petrus, το ελληνικό αυτό κρασί θα πουληθεί με 10-20 ευρώ. Δεν θα πουληθεί ποτέ στα 400€. Επίσης έχουμε δημιουργήσει ζώνες, ολιγοπώλεια και ΠΟΠ. Σήμερα τα ΠΟΠ αν τα αξιολογήσεις, μπορεί να μην αξίζουν ούτε για ένα επιτραπέζιο κρασί. Και αντίθετα υπάρχουν ποικιλίες που δεν μπαίνουν στα ΠΟΠ, δημιουργούν όμως φοβερά κρασιά. Αυτά μπορούμε να τα πουλάμε πολύ πιο ακριβά,